Γρίφος στα ολλανδικά
Μετάφραση: γρίφος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
puzzel, mysterie, geheimenis, raadsel, puzzelaar, puzzelspel, puzzelgame, puzzels pel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρίφος
γρίφος του nash, γρίφος ο σοφός ασκητής, γρίφος του αινστάιν, γρίφος στίχοι, γρίφος αϊνστάιν, γρίφος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γρίφος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- γρήγορος στα ολλανδικά - nauwgezet, lenig, spoedig, hard, druk, schielijk, nauwkeurig, ...
- γρίπη στα ολλανδικά - griep, influenza, Flu, griep van, de Griep, van de Griep
- γραβάτα στα ολλανδικά - das, aanbinden, stropdas, tie, gelijkspel, band
- γραμμή στα ολλανδικά - klus, vore, groef, snoer, sim, zog, tros, ...
Τυχαίες λέξεις
Γρίφος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: puzzel, mysterie, geheimenis, raadsel, puzzelaar, puzzelspel, puzzelgame, puzzels pel
Μεταφράσεις: puzzel, mysterie, geheimenis, raadsel, puzzelaar, puzzelspel, puzzelgame, puzzels pel