Γρίφος στα ιταλικά
Μετάφραση: γρίφος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
segreto, mistero, enigma, indovinello, puzzle, puzzle di, puzzler, rompicapo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γρίφος
γρίφος του nash, γρίφος ο σοφός ασκητής, γρίφος του αινστάιν, γρίφος στίχοι, γρίφος αϊνστάιν, γρίφος λεξικό γλώσσας ιταλικά, γρίφος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γρήγορος στα ιταλικά - impetuoso, rapido, veloce, suggerire, celere, sollecito, svelto, ...
- γρίπη στα ιταλικά - influenza, l'influenza, flu, influenzale, dell'influenza
- γραβάτα στα ιταλικά - vincolare, vincolo, cravatta, tie, legame, pareggio, parità
- γραμμή στα ιταλικά - collezione, riga, rigo, lenza, disegnare, fune, linea, ...
Τυχαίες λέξεις
Γρίφος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: segreto, mistero, enigma, indovinello, puzzle, puzzle di, puzzler, rompicapo
Μεταφράσεις: segreto, mistero, enigma, indovinello, puzzle, puzzle di, puzzler, rompicapo