Δέκα στα δανικά
Μετάφραση: δέκα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ti, ten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέκα
δέκα παλικάρια, δέκα μικροί μήτσοι, δέκα παλικάρια παρτιτούρα, δεκα παλικαρια στίχοι, δέκα εντολές, δέκα λεξικό γλώσσας δανικά, δέκα στα δανικά
Μεταφράσεις
- δάσος στα δανικά - skov, skoven, forestgrøn, skove, forest
- δάφνη στα δανικά - laurbær, Laurel, laurbærkrans, laurbærblade, laurbærolie
- δέκατος στα δανικά - tiende, tiendedel, ti
- δέμα στα δανικά - pakke, pakken, emballagen, emballage
Τυχαίες λέξεις
Δέκα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ti, ten
Μεταφράσεις: ti, ten