Δαπάνη στα δανικά

Μετάφραση: δαπάνη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forbrug, koste, udgifter, pris, udgift, bekostning, regning, omkostning, omkostninger
Δαπάνη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δαπάνη

δαπάνη αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών, δαπάνη αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών (παρ. 2 άρθρο 9 κ.φ.ε.), δαπάνη ενοικίου, δαπάνη αγοράσ αγαθών και παροχήσ υπηρεσιών 2012, δαπάνη για αγορά φαρμάκων, δαπάνη λεξικό γλώσσας δανικά, δαπάνη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δανεισμός στα δανικά - låne, lån, låntagning, lånoptagelses-, lånoptagelse, låntagningen
  • δαπάνες στα δανικά - udgifter, forbrug, omkostninger, omkostningerne, udgifterne
  • δαπανηρός στα δανικά - værdifuld, dyr, kostbar, dyrt, dyre, kostbare, omkostningskrævende
  • δασκάλα στα δανικά - instruktør, lærer, læreren, underviser, teacher, lærere
Τυχαίες λέξεις
Δαπάνη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forbrug, koste, udgifter, pris, udgift, bekostning, regning, omkostning, omkostninger