Διάβρωση στα δανικά

Μετάφραση: διάβρωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
korrosion, korrosionsbestandigt, tæring, rust, korrosions
Διάβρωση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάβρωση

διαβρωση εδάφους, διάβρωση μεταφορικά, διάβρωση και συντήρηση των δομικών υλικών των μνημείων, διάβρωση συνώνυμο, διάβρωση και συντήρηση της πέτρας, διάβρωση λεξικό γλώσσας δανικά, διάβρωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διάβημα στα δανικά - aktion, trappe, skridt, handling, forholdsregel, trin, repræsentation, ...
  • διάβολος στα δανικά - djævel, dæmon, Djævelen, devil, Djævelens, djævlen
  • διάγγελμα στα δανικά - kendelse, dekret, forordning, proklamation, proklamationen, Proclamation, proklamering
  • διάγνωση στα δανικά - diagnose, diagnosticering, diagnosen, diagnostik, diagnoser
Τυχαίες λέξεις
Διάβρωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: korrosion, korrosionsbestandigt, tæring, rust, korrosions