Διάβρωση στα εσθονικά

Μετάφραση: διάβρωση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rooste, kulumine, erosioon, korrosioon, korrosiooni, korrosioonile, korrosiooni eest
Διάβρωση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάβρωση

διαβρωση εδάφους, διάβρωση μεταφορικά, διάβρωση και συντήρηση των δομικών υλικών των μνημείων, διάβρωση συνώνυμο, διάβρωση και συντήρηση της πέτρας, διάβρωση λεξικό γλώσσας εσθονικά, διάβρωση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διάβημα στα εσθονικά - mõju, tegu, astuma, aste, sammuma, tegevus, esindus, ...
  • διάβολος στα εσθονικά - vürtsitama, kurat, kurinahk, kuradi, saatan, kuradist, devil
  • διάγγελμα στα εσθονικά - edikt, väljakuulutamine, Iseseisvuse väljakuulutamise, Läkitus, kuulutamine, esitamise seadust
  • διάγνωση στα εσθονικά - diagnoos, hinnang, diagnoosi, diagnoosimise, diagnoosimiseks, diagnoosimisel
Τυχαίες λέξεις
Διάβρωση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rooste, kulumine, erosioon, korrosioon, korrosiooni, korrosioonile, korrosiooni eest