Διαισθητικός στα δανικά
Μετάφραση: διαισθητικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
intuitiv, intuitive, intuitivt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαισθητικός
διαισθητικόσ τρόποσ σκέψησ, διαισθητικός συνώνυμα, διαισθητικός λεξικό γλώσσας δανικά, διαισθητικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαθλώ στα δανικά - diffraktere, diffract, diffrakterer, afbøje, at afbøje
- διαιρώ στα δανικά - kløft, kløften, skel, dividere
- διαιτησία στα δανικά - voldgift, voldgiften, voldgiftssag, voldgiftsprocedure
- διαιτητής στα δανικά - dommer, dommeren, dommeren for, dommeren der, dommeren for at
Τυχαίες λέξεις
Διαισθητικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: intuitiv, intuitive, intuitivt
Μεταφράσεις: intuitiv, intuitive, intuitivt