Διακοσμώ στα δανικά
Μετάφραση: διακοσμώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
smykke, paillet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακοσμώ
διακοσμώ το μπαλκόνι, διακοσμώ βάζα, διακοσμώ το σπίτι μου, διακοσμώ περιοδικό, διακοσμώ με απλά υλικά, διακοσμώ λεξικό γλώσσας δανικά, διακοσμώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- διακοπές στα δανικά - ferie, helligdage, ferier, ferier i
- διακοπή στα δανικά - afbrydelse, pause, afbrydelsen, afbrydelser, afbrudt, afbrydelse af
- διακρίσεις στα δανικά - diskrimination, forskelsbehandling, diskriminering, af forskelsbehandling
- διακριτικό στα δανικά - karakteristisk, fornødent, særpræg, karakteristiske, fornødne
Τυχαίες λέξεις
Διακοσμώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: smykke, paillet
Μεταφράσεις: smykke, paillet