Διακυμαίνομαι στα δανικά
Μετάφραση: διακυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
område, svinger, svinge, variere, udsving, varierer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακυμαίνομαι
διακυμαίνομαι λεξικό γλώσσας δανικά, διακυμαίνομαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- διακριτικότητα στα δανικά - diskretion, skøn, skønsbeføjelse, skoen
- διακυβεύω στα δανικά - fare, held, risiko, tilfælde, spil, aktiepost, indsats, ...
- διακόπτης στα δανικά - kontakt, kontakten, switch, skifte, afbryderen
- διακόπτω στα δανικά - pause, afbrydelse, afbryde, afbryder, afbrydes, at afbryde
Τυχαίες λέξεις
Διακυμαίνομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: område, svinger, svinge, variere, udsving, varierer
Μεταφράσεις: område, svinger, svinge, variere, udsving, varierer