Διακυμαίνομαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διακυμαίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fogões, fogão, forno, alcance, flutuar, flutuam, variar, oscilar, oscilam
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακυμαίνομαι
διακυμαίνομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διακυμαίνομαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διακριτικότητα στα πορτογαλικά - discrição, critério, poder discricionário, poder de apreciação, discricionariedade
- διακυβεύω στα πορτογαλικά - comprometer, feno, acometer, risco, perigo, alvorecer, ensejo, ...
- διακόπτης στα πορτογαλικά - ignição, se, substituição, si, interruptor, suíço, comutador, ...
- διακόπτω στα πορτογαλικά - interrupção, interrogar, suspensão, espera, pausar, interromper, pausa, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακυμαίνομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fogões, fogão, forno, alcance, flutuar, flutuam, variar, oscilar, oscilam
Μεταφράσεις: fogões, fogão, forno, alcance, flutuar, flutuam, variar, oscilar, oscilam