Δραστηριοποιούμαι στα δανικά

Μετάφραση: δραστηριοποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
røre på
Δραστηριοποιούμαι στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστηριοποιούμαι

δραστηριοποιούμαι translation, δραστηριοποιούμαι dictionary, δραστηριοποιούμαι συνώνυμα, δραστηριοποιούμαι english, δραστηριοποιούμαι μεταφραση, δραστηριοποιούμαι λεξικό γλώσσας δανικά, δραστηριοποιούμαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δρασκελιά στα δανικά - gang, trin, skridt, skridtlængde, stride, skræve, skride, ...
  • δραστήριος στα δανικά - aktiv, virksom, aktive, aktivt
  • δραστηριότητα στα δανικά - aktivitet, aktiviteter, virksomhed, aktiviteten
  • δραστικός στα δανικά - potent, potente, kraftig, kraftigt virkende, stærk
Τυχαίες λέξεις
Δραστηριοποιούμαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: røre på