Εγκαθιδρύω στα δανικά
Μετάφραση: εγκαθιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
egkathidryo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαθιδρύω
εγκαθιδρύω συνωνυμα, εγκαθιδρύω λεξικό γλώσσας δανικά, εγκαθιδρύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- εγκέφαλος στα δανικά - hjerne, hjernen, hjernens
- εγκαθίσταμαι στα δανικά - bosætte, bilægge, bosætte sig, afvikle, nøjes
- εγκαθιστώ στα δανικά - installere, installerer, installeres, at installere, installation
- εγκαινιάζω στα δανικά - åbne, indvie, indlede, indvier, at indvie, indvielsen
Τυχαίες λέξεις
Εγκαθιδρύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: egkathidryo
Μεταφράσεις: egkathidryo