Ειδικά στα δανικά
Μετάφραση: ειδικά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
især, navnlig, specielt, særligt, særlig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ειδικά
ειδικά εκλογικά τμήματα ετεροδημοτών, ειδικά κτίρια, ειδικά στοιχήματα οπαπ, ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα, ειδικά μαθήματα 2014, ειδικά λεξικό γλώσσας δανικά, ειδικά στα δανικά
Μεταφράσεις
- ειδήσεις στα δανικά - nyheder, News, nyhed, nyt, nyheden
- ειδεχθής στα δανικά - hæslige, hæslig, hæsligt, modbydelige, afskyelige
- ειδικός στα δανικά - fagmand, sagkyndig, ekspert, dygtig, sagkyndige, eksperten
- ειδοποιώ στα δανικά - informere, underrette, underretter, oplyse, meddele
Τυχαίες λέξεις
Ειδικά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: især, navnlig, specielt, særligt, særlig
Μεταφράσεις: især, navnlig, specielt, særligt, særlig