Εισπνοή στα δανικά
Μετάφραση: εισπνοή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
inhalation, indånding, inhalering, ved indånding
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισπνοή
εισπνοή χλωρίου, εισπνοή υγραερίου, εισπνοή εκπνοή, εισπνοή μούχλας, εισπνοή ηλίου, εισπνοή λεξικό γλώσσας δανικά, εισπνοή στα δανικά
Μεταφράσεις
- εισιτήριο στα δανικά - billet, billetter, billetten, billetkøb
- εισπνέω στα δανικά - inhalere, indånde, inhalerer, indånder, indånding
- εισροή στα δανικά - tilstrømning, indstrømning, tilgang, tilstrømningen, tilgangen
- εισχωρώ στα δανικά - trænge, trænge ind, trænger, trænge igennem, gennemtrænge
Τυχαίες λέξεις
Εισπνοή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: inhalation, indånding, inhalering, ved indånding
Μεταφράσεις: inhalation, indånding, inhalering, ved indånding