Ελάφι στα δανικά

Μετάφραση: ελάφι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hjort, hjorte, rådyr, Deer, i Deer
Ελάφι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελάφι

ελάφι στα αγγλικά, ελάφι κυνηγια, ελάφι στιφάδο, ελάφι της κερύνειας, ελάφι ονειροκρίτης, ελάφι λεξικό γλώσσας δανικά, ελάφι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ελάττωμα στα δανικά - fejl, plet, brist, defekt, mangel, defekten, manglen
  • ελάττωση στα δανικά - reduktion, nedsættelse, nedbringelse, reduktion af, reduktionen
  • ελάχιστος στα δανικά - mindste, minimum, mindst, minimale, minimal
  • ελέγχω στα δανικά - forsøge, undersøgelse, prøve, eksamen, teste, kontrollere, tjekke, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελάφι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hjort, hjorte, rådyr, Deer, i Deer