Ελίσσομαι στα δανικά
Μετάφραση: ελίσσομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bugte, meander, slynge sig, slynge, bugtende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελίσσομαι
ελίσσομαι english, ελίσσομαι συνώνυμο, εξελίσσομαι english, ελίσσομαι λεξικό γλώσσας δανικά, ελίσσομαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- ελέγχω στα δανικά - forsøge, undersøgelse, prøve, eksamen, teste, kontrollere, tjekke, ...
- ελέφαντας στα δανικά - elefant, Elephant, elefanten, elefanter
- ελίτ στα δανικά - elite, eliten, elites
- ελαστικός στα δανικά - elastik, elastisk, elastiske
Τυχαίες λέξεις
Ελίσσομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bugte, meander, slynge sig, slynge, bugtende
Μεταφράσεις: bugte, meander, slynge sig, slynge, bugtende