Ελεεινός στα δανικά

Μετάφραση: ελεεινός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bedrøvet, fattig, dårlig, snuskede, forsumpet, lurvet, lurvede
Ελεεινός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελεεινός

ο ελεεινός, ελεεινός συνώνυμα, ελεεινός λεξικό γλώσσας δανικά, ελεεινός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ελεγκτής στα δανικά - controller, navigationsknappen, controlleren, registeransvarlige, regulatoren
  • ελεεινολογώ στα δανικά - eleeinologo
  • ελευθερία στα δανικά - frihed, frie, fri udveksling, friheden, den frie
  • ελευθερώνω στα δανικά - rydde, lys, klar, tydelig, frigivelse, release, overgang, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελεεινός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bedrøvet, fattig, dårlig, snuskede, forsumpet, lurvet, lurvede