Εννοώ στα δανικά
Μετάφραση: εννοώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gennemsnitlig, mene, betyde, betyder, mener, forstås
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εννοώ
εννοώ σημασία, εννοώ συνωνυμα, εννοώ την ημέραν εκείνην, εννοώ την ημέραν, εννοώ λεξικό γλώσσας δανικά, εννοώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- ενισχύω στα δανικά - ryg, bagside, tilbage, reenforce
- εννέα στα δανικά - ni
- ενοίκιο στα δανικά - leje, husleje, lejen, udlejning, udlejes
- ενοικίαση στα δανικά - leje, ansætte, hyre, udlejning, biludlejning
Τυχαίες λέξεις
Εννοώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gennemsnitlig, mene, betyde, betyder, mener, forstås
Μεταφράσεις: gennemsnitlig, mene, betyde, betyder, mener, forstås