Ενότητα στα δανικά

Μετάφραση: ενότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
enhed, enheden, enighed, sammenhold
Ενότητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενότητα

ενότητα για την ανατροπή, ενότητα 37 το τουρκικό εθνικό κίνημα, ενότητα ανατροπή και έργο για το μαρούσι, ενότητα για αλληλεγγύη και ανατροπή, ενότητα 10 γλώσσα ε δημοτικού, ενότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ενότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εντύπωση στα δανικά - indtryk, indtryk af, impression
  • ενυδρείο στα δανικά - akvarium, Aquarium, akvariet, akvarie, Akvarier
  • ενόχληση στα δανικά - gene, irritationsmoment, gener, plage, generende
  • ενώ στα δανικά - tid, mens, samtidig, samtidig med, under
Τυχαίες λέξεις
Ενότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: enhed, enheden, enighed, sammenhold