Εξηγώ στα δανικά

Μετάφραση: εξηγώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forklare, forklarer, redegøre, at forklare
Εξηγώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξηγώ

εξηγώ εξηγούμαι, εξηγώ συνώνυμα, εξηγώ συνώνυμο, εξηγώ στα αγγλικά, εξηγώ εξηγείς, εξηγώ λεξικό γλώσσας δανικά, εξηγώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εξευτελίζω στα δανικά - nedværdige, nedgøre, nedværdiger, fornedre, nedgør
  • εξευτελισμός στα δανικά - fornedrelse, nedværdigelse, nedværdigelsen, nedgørelse, debasement
  • εξημέρωση στα δανικά - domesticering, tæmning, beherskelsen, tamhed, akklimatiseret
  • εξημερώνω στα δανικά - tæmme, domesticate
Τυχαίες λέξεις
Εξηγώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forklare, forklarer, redegøre, at forklare