Επιτομή στα δανικά
Μετάφραση: επιτομή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indbegrebet, epitome, essensen, er indbegrebet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτομή
επιτομή σημασία, επιτομή διοικητικού δικαίου, επιτομή εμπορικού δικαίου, επιτομή ορισμός, επιτομή του μεγάλου λεξικού της ελληνικής γλώσσης, επιτομή λεξικό γλώσσας δανικά, επιτομή στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιτιθέμενος στα δανικά - angriber, hacker, angriberen, hackeren
- επιτιμώ στα δανικά - dadle, bebrejde, skamme, kritisere, bebrejdelser
- επιτρέπω στα δανικά - tillade, løslade, tilladelse, licens, give, tillader, gøre det muligt, ...
- επιτρεπτός στα δανικά - tilladte, tilladt, tilladelige, tilladelig, tillades
Τυχαίες λέξεις
Επιτομή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indbegrebet, epitome, essensen, er indbegrebet
Μεταφράσεις: indbegrebet, epitome, essensen, er indbegrebet