Ευνοϊκά στα δανικά
Μετάφραση: ευνοϊκά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
positivt, gunstigt, positiv, fordelagtigt, gunstig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευνοϊκά
ευνοϊκά δάνεια επιμερισμού ρίσκου, ευνοϊκά λεξικό γλώσσας δανικά, ευνοϊκά στα δανικά
Μεταφράσεις
- ευμεταβλησία στα δανικά - evmetavlisia
- ευνουχισμός στα δανικά - kastration, kastrering, kastrationen
- ευνοϊκός στα δανικά - gunstig, gunstige, positiv, gunstigt, gunstigere
- ευνοώ στα δανικά - favorisere, begunstige, begunstiger, fordel, favoriserer
Τυχαίες λέξεις
Ευνοϊκά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: positivt, gunstigt, positiv, fordelagtigt, gunstig
Μεταφράσεις: positivt, gunstigt, positiv, fordelagtigt, gunstig