Εφαρμογή στα δανικά

Μετάφραση: εφαρμογή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
brug, ansøgning, anvendelse, anvendelsen, ansøgningen, program
Εφαρμογή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφαρμογή

εφαρμογή φορολογίας εισοδήματος 2014, εφαρμογή προβολής φύλλων μισθοδοσίας προσωπικού πν, εφαρμογή παρακολούθησης έργων, εφαρμογή μισθοδοσίας, εφαρμογή υπολογισμού φόρου εισοδήματος 2014, εφαρμογή λεξικό γλώσσας δανικά, εφαρμογή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εφάπαξ στα δανικά - engang, engangsbeløb, fast beløb, faste beløb
  • εφάπτομαι στα δανικά - osculate
  • εφαρμοστός στα δανικά - stramtsiddende, kropsnær
  • εφαρμόζω στα δανικά - bruge, benytte, anvende, anvendelse, gælder, anvendes, gælde
Τυχαίες λέξεις
Εφαρμογή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: brug, ansøgning, anvendelse, anvendelsen, ansøgningen, program