Ηττοπαθής στα δανικά
Μετάφραση: ηττοπαθής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
opgivende, defaitistisk, defaitistiske, selvopgivende, defaitist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηττοπαθής
ηττοπαθής λεξικο, ηττοπαθής λεξικό γλώσσας δανικά, ηττοπαθής στα δανικά
Μεταφράσεις
- ησυχαστήριο στα δανικά - gemmested, Hideaway, oase, miniferie
- ηττοπάθεια στα δανικά - defaitisme, opgivenhed, defeatisme, opgivende
- ηφαίστειο στα δανικά - vulkan, vulkanen, volcano, vulkanens
- ηφαιστειακός στα δανικά - vulkansk, vulkanske, af vulkansk
Τυχαίες λέξεις
Ηττοπαθής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: opgivende, defaitistisk, defaitistiske, selvopgivende, defaitist
Μεταφράσεις: opgivende, defaitistisk, defaitistiske, selvopgivende, defaitist