Θείος στα δανικά
Μετάφραση: θείος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
onkel, onkels
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θείος
θείος φάνης, θείος βάνιας, θείος έρως, θείος στέλιος καρδίτσα, θείος βάνιας υπόθεση, θείος λεξικό γλώσσας δανικά, θείος στα δανικά
Μεταφράσεις
- θεά στα δανικά - gudinde, gudinden, goddess
- θεία στα δανικά - tante, moster, faster, Tanten
- θεαματικός στα δανικά - spektakulære, spektakulær, fantastisk, spektakulært, opsigtsvækkende
- θεατής στα δανικά - viewer, seeren, fremviser, seer, beskueren
Τυχαίες λέξεις
Θείος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: onkel, onkels
Μεταφράσεις: onkel, onkels