Θεμέλιο στα δανικά

Μετάφραση: θεμέλιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
grund, fundament, Foundation, grundlaget, Fonden, fundamentet
Θεμέλιο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεμέλιο

θεμέλιο βιβλιοπωλείο, θεμέλιο φροντιστήριο ηράκλειο, θεμέλιο software, θεμέλιο φροντιστήριο καβάλα, θεμέλιο εκδόσεις, θεμέλιο λεξικό γλώσσας δανικά, θεμέλιο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • θεατρικός στα δανικά - teatralsk, teatralske, teaterkulisser, teater
  • θελκτικός στα δανικά - hentning, hente, at hente, henter, hentning af
  • θεματοφύλακας στα δανικά - depositar, depositaren, depositarens
  • θεμελιώδης στα δανικά - grundlæggende, fundamental, afgørende, fundamentale, fundamentalt
Τυχαίες λέξεις
Θεμέλιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: grund, fundament, Foundation, grundlaget, Fonden, fundamentet