Καραούλι στα δανικά
Μετάφραση: καραούλι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vagtpost, vagt, guard, afskærmning, vagten, afskærmningen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καραούλι
καραούλι αράχωβα, καραούλι ετυμολογία, καραούλι λεξικό γλώσσας δανικά, καραούλι στα δανικά
Μεταφράσεις
- καραμούζα στα δανικά - trompet, kornet, Karamouza
- καραμπίνα στα δανικά - skydevåben, riffel, gevær, karabin, Carbine, karabinen
- καραφλός στα δανικά - skaldet, Bald, skaldede, hvidhovedet, Kahl
- καρδάρα στα δανικά - churn, kundeafgang, kundeafgangen, transportspand, afgangen
Τυχαίες λέξεις
Καραούλι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vagtpost, vagt, guard, afskærmning, vagten, afskærmningen
Μεταφράσεις: vagtpost, vagt, guard, afskærmning, vagten, afskærmningen