Κατάρρευση στα δανικά

Μετάφραση: κατάρρευση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kollaps, sammenbrud, Collapse, detaljer Skjul detaljer, sammenbruddet
Κατάρρευση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάρρευση

κατάρρευση συνώνυμο, κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, κατάρρευση κυματοσυνάρτησης, κατάρρευση τησ lehman brothers, κατάρρευση εσσδ, κατάρρευση λεξικό γλώσσας δανικά, κατάρρευση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κατάρα στα δανικά - forbandelse, forbandelsen, forbande
  • κατάργηση στα δανικά - afskaffelse, ophævelse, afskaffelsen, ophævelsen, afskaffe
  • κατάρτι στα δανικά - mast, masten, mastens
  • κατάσκοπος στα δανικά - spion, Spy
Τυχαίες λέξεις
Κατάρρευση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kollaps, sammenbrud, Collapse, detaljer Skjul detaljer, sammenbruddet