Κατηγορία στα δανικά

Μετάφραση: κατηγορία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
reklamation, anklage, sigtelse, læs, kategori, kategorien, i kategorien, klasse
Κατηγορία στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατηγορία

κατηγορία προς διαγραφή, κατηγορία διπλώματος οδήγησης, κατηγορία ακινήτου ε9, κατηγορία αυθαιρεσίας, κατηγορία αμ, κατηγορία λεξικό γλώσσας δανικά, κατηγορία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κατευνάζω στα δανικά - balsam, salve, tranquilize, beroligende, beroligende medikamenter, virke beroligende, beroligende på
  • κατεύθυνση στα δανικά - ledelse, retning, retningen, retninger
  • κατηγορηματικός στα δανικά - selvhævdende, selvsikker, assertiv, selvbevidst, assertive
  • κατηγορούμενος στα δανικά - anklagede, anklaget, beskyldt, tiltalte, beskyldte
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: reklamation, anklage, sigtelse, læs, kategori, kategorien, i kategorien, klasse