Κατηγορία στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατηγορία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
видаток, нарахування, листовою, напад, листової, звинувачування, обвинувачення, звинувачення, звинуватити, листовий, заряд, категорія
Κατηγορία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατηγορία

κατηγορία προς διαγραφή, κατηγορία διπλώματος οδήγησης, κατηγορία ακινήτου ε9, κατηγορία αυθαιρεσίας, κατηγορία αμ, κατηγορία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατηγορία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατευνάζω στα ουκρανικά - зменшувати, заспокоювати, послаблювати, заспокоїти, полегшувати, пом'якшувати, заспокойте, ...
  • κατεύθυνση στα ουκρανικά - постановка, режисура, скеровування, розпоряджання, напрямок, напрям, направлення, ...
  • κατηγορηματικός στα ουκρανικά - ствердний, догматичний, експліцитний, влучний, виразний, ясний, докладний, ...
  • κατηγορούμενος στα ουκρανικά - підсудний, відповідач, обвинувачуваний, підсудні, обвинувачений, звинувачений, звинувачуваний, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: видаток, нарахування, листовою, напад, листової, звинувачування, обвинувачення, звинувачення, звинуватити, листовий, заряд, категорія