Κατσίκα στα δανικά
Μετάφραση: κατσίκα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ged, gede, geder, geden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσίκα
κατσίκα ζάανεν, κατσίκα ζουζούνια, κατσίκα ονειροκρίτης, κατσίκα νομίζει πως είναι... κότα -βιντεο, κατσίκα νομίζει ότι είναι κότα, κατσίκα λεξικό γλώσσας δανικά, κατσίκα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κατρακυλώ στα δανικά - fald, styrtdykke, falde brat, livsvigtig, styrtdykker, styrter
- κατσάδα στα δανικά - skæld ud, skæld, scolding, skælde, balle
- κατσαδιάζω στα δανικά - dadle, skælde, skælder, skænde, scold, skælde ud
- κατσαρίδα στα δανικά - kakerlak, cockroach, kakerlakker
Τυχαίες λέξεις
Κατσίκα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ged, gede, geder, geden
Μεταφράσεις: ged, gede, geder, geden