Κοκκώδης στα δανικά

Μετάφραση: κοκκώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
granuleret, granulære, granulær, granulatform, granulært
Κοκκώδης στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοκκώδης

γιάννης κοκκώδης, κοκκώδης σύνθεση, κοκκώδησ ενεργόσ άνθρακασ, κοκκώδης λεξικό γλώσσας δανικά, κοκκώδης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κοκαλιάρης στα δανικά - tynd, mager, skinny, smal, tynde
  • κοκκινίζω στα δανικά - blush, rødme, rouge, at rødme, rødmen
  • κολάζω στα δανικά - tugter, revse
  • κολάι στα δανικά - hænge af, hænger, hÃ|nger af, styr på, hÃ|nger
Τυχαίες λέξεις
Κοκκώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: granuleret, granulære, granulær, granulatform, granulært