Κοκκώδης στα ολλανδικά
Μετάφραση: κοκκώδης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
korrelig, granulaire, korrelvormige, korrelige, granulair
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοκκώδης
γιάννης κοκκώδης, κοκκώδης σύνθεση, κοκκώδησ ενεργόσ άνθρακασ, κοκκώδης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κοκκώδης στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κοκαλιάρης στα ολλανδικά - schraal, sprietig, mager, broodmager, Skinny, magere, Mini
- κοκκινίζω στα ολλανδικά - rijk, blozen, vermogend, gefortuneerd, blos, blush, bloos, ...
- κολάζω στα ολλανδικά - kuisen, kastijd, tuchtig, chasten, bestraf
- κολάι στα ολλανδικά - slag, handigheid, knie, knie krijgen van, knie te, hangt van, smaak te
Τυχαίες λέξεις
Κοκκώδης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: korrelig, granulaire, korrelvormige, korrelige, granulair
Μεταφράσεις: korrelig, granulaire, korrelvormige, korrelige, granulair