Κορυδαλλός στα δανικά
Μετάφραση: κορυδαλλός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lærke, sanglærke, Lark, lærken, lærkens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορυδαλλός
κορυδαλλός διαύγεια, κορυδαλλός δήμος, κορυδαλλός χάρτης, κορυδαλλός αποτελέσματα, κορυδαλλός πλατεία ελευθερίας, κορυδαλλός λεξικό γλώσσας δανικά, κορυδαλλός στα δανικά
Μεταφράσεις
- κορσάζ στα δανικά - corsage
- κορσέ στα δανικά - korset, Corset, Corsage, korsettet, korsetmager
- κορυφή στα δανικά - top, toppunkt, spids, højdepunkt, øverst, overflade, toppen, ...
- κορυφαίος στα δανικά - top, toppen, øverste, øverst, Blandt de mest aktive
Τυχαίες λέξεις
Κορυδαλλός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lærke, sanglærke, Lark, lærken, lærkens
Μεταφράσεις: lærke, sanglærke, Lark, lærken, lærkens