Κουτσομπόλης στα δανικά
Μετάφραση: κουτσομπόλης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gossiper
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουτσομπόλης
άντρας κουτσομπόλης, δημήτρησ κουτσομπόλησ, ο κουτσομπόλης, κουτσομπόλησ συνώνυμα, κουτσομπόλης ετυμολογία, κουτσομπόλης λεξικό γλώσσας δανικά, κουτσομπόλης στα δανικά
Μεταφράσεις
- κουτσομπολεύω στα δανικά - sladder, sladderen, gossip
- κουτσομπολιό στα δανικά - sladder, sladderen, gossip
- κουτσουρεύω στα δανικά - truncate, afkorte, trunkerer, trunkere, afkorter
- κουτός στα δανικά - dum, tåbelig, dumme, dumt, stupid
Τυχαίες λέξεις
Κουτσομπόλης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gossiper
Μεταφράσεις: gossiper