Κουτσομπόλης στα λιθουανικά
Μετάφραση: κουτσομπόλης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gossiper
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουτσομπόλης
άντρας κουτσομπόλης, δημήτρησ κουτσομπόλησ, ο κουτσομπόλης, κουτσομπόλησ συνώνυμα, κουτσομπόλης ετυμολογία, κουτσομπόλης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κουτσομπόλης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κουτσομπολεύω στα λιθουανικά - paskalos, kūmutė, plepalai, paskala, liežuvauti
- κουτσομπολιό στα λιθουανικά - paskalos, kūmutė, plepalai, paskala, liežuvauti
- κουτσουρεύω στα λιθουανικά - trumpinti, sutrumpinti, sutrumpintas, nukirsti, nukirskite
- κουτός στα λιθουανικά - kvailas, kvaila, kvaili, stupid
Τυχαίες λέξεις
Κουτσομπόλης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gossiper
Μεταφράσεις: gossiper