Κυβέρνηση στα δανικά
Μετάφραση: κυβέρνηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
regime, regering, regeringen, offentlige, regering har, regeringens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυβέρνηση
κυβέρνηση ζολώτα, κυβέρνηση του βουνού, κυβέρνηση της ελλάδας, κυβέρνηση μητσοτάκη, κυβέρνηση παπαδήμου, κυβέρνηση λεξικό γλώσσας δανικά, κυβέρνηση στα δανικά
Μεταφράσεις
- κτητικός στα δανικά - rethaverisk, besiddende, omklamrende, besidderisk, possessive
- κυανός στα δανικά - blå, blue, blåt
- κυβερνήτης στα δανικά - guvernør, Governor, guvernøren, Nationalbankdirektør, centralbankchef
- κυβερνώ στα δανικά - styre, regere, regulerer, regulere, styrer
Τυχαίες λέξεις
Κυβέρνηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: regime, regering, regeringen, offentlige, regering har, regeringens
Μεταφράσεις: regime, regering, regeringen, offentlige, regering har, regeringens