Κυρία στα δανικά
Μετάφραση: κυρία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dame, lady, damen, kvinde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρία
κυρά σαρακοστή, κυρία κοκοβίκου, κυρία με τας καμελίας, κυρία κα, κυρία πατούλη, κυρία λεξικό γλώσσας δανικά, κυρία στα δανικά
Μεταφράσεις
- κυοφορία στα δανικά - graviditet, drægtighed, drægtighedsperioden, svangerskabet, svangerskab, drægtigheden
- κυπρίνος στα δανικά - karpe, karper, carp, karpen
- κυρίαρχος στα δανικά - suveræn, suveræne, suverænt, statslig, selvstændig
- κυρίως στα δανικά - hovedsagelig, hovedsageligt, primært, især, navnlig
Τυχαίες λέξεις
Κυρία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dame, lady, damen, kvinde
Μεταφράσεις: dame, lady, damen, kvinde