Λασπωμένος στα δανικά
Μετάφραση: λασπωμένος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mudret, mudrede, muddy, grumset, mudder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λασπωμένος
λασπωμένος λεξικό γλώσσας δανικά, λασπωμένος στα δανικά
Μεταφράσεις
- λαρυγγικός στα δανικά - guttural, gutturalen, gutturale, gutturalt, strubelyd
- λασκάρω στα δανικά - slæk, slack off, slap ud, slække ud, sin sjuskede
- λασπωτήρας στα δανικά - stænkskærm, skaermen, Skærmens, stænkeskærmen, hjulskærmen
- λασπώδης στα δανικά - mudret, mudrede, muddy, grumset, mudder
Τυχαίες λέξεις
Λασπωμένος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mudret, mudrede, muddy, grumset, mudder
Μεταφράσεις: mudret, mudrede, muddy, grumset, mudder