Λησμονιά στα δανικά

Μετάφραση: λησμονιά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
glemsomhed, forglemmelse, glemsel
Λησμονιά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λησμονιά

λησμονιά συνώνυμο, λησμονιά συνώνυμα, λησμονιά λεξικό, λησμονιά ετυμολογία, λησμονιά ορισμός, λησμονιά λεξικό γλώσσας δανικά, λησμονιά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λημέρι στα δανικά - hule, den, the, hulen, danmark
  • ληξίαρχος στα δανικά - registrator, justitssekretær, registratoren, aktiebogsfører
  • ληστής στα δανικά - røver, røveren, robber, røveri
  • ληστεία στα δανικά - røveri, røverier, tyveri, røveriet, overfald
Τυχαίες λέξεις
Λησμονιά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: glemsomhed, forglemmelse, glemsel