Λιμός στα δανικά
Μετάφραση: λιμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hungersnød, sult, hungersnøden, Hunger, Hungeren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιμός
λιμός αθήνας, λιμός ουκρανία, λιμός ετυμολογία, λιμός ιρλανδία, λιμός 1940, λιμός λεξικό γλώσσας δανικά, λιμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- λιμοκτονώ στα δανικά - sulte, sulter, at sulte, udsulte, dø af sult
- λιμουζίνα στα δανικά - limousine, limousiner, limousineservice, Prestige, af limousiner
- λινάρι στα δανικά - hør, hoer, hør-, af hør, hørfibre
- λινό στα δανικά - hør, linned, sengetøj, sengelinned, håndklæder
Τυχαίες λέξεις
Λιμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hungersnød, sult, hungersnøden, Hunger, Hungeren
Μεταφράσεις: hungersnød, sult, hungersnøden, Hunger, Hungeren