Λιμός στα ρωσικά

Μετάφραση: λιμός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
голодовка, голод, недостаток, голодание, голодуха, недоедание, голода, голодом, голоде
Λιμός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμός

λιμός αθήνας, λιμός ουκρανία, λιμός ετυμολογία, λιμός ιρλανδία, λιμός 1940, λιμός λεξικό γλώσσας ρωσικά, λιμός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • λιμοκτονώ στα ρωσικά - изголодаться, жаждать, истощаться, истощать, голодать, заморить, умирать с голоду, ...
  • λιμουζίνα στα ρωσικά - лимузин, лимузинов, лимузина, лимузине
  • λινάρι στα ρωσικά - кудель, лен, холст, лён, льна, льняное, льняного
  • λινό στα ρωσικά - лен, холст, лён, кудель, белье, белья, постельное белье, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιμός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: голодовка, голод, недостаток, голодание, голодуха, недоедание, голода, голодом, голоде