Λιμός στα τούρκικα
Μετάφραση: λιμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kıtlık, kılık, açlık, kıtlığın, famine, kıtlığı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιμός
λιμός αθήνας, λιμός ουκρανία, λιμός ετυμολογία, λιμός ιρλανδία, λιμός 1940, λιμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, λιμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λιμοκτονώ στα τούρκικα - açlıktan ölmek, açlıktan, aç, açlık, açlıktan öldürmek
- λιμουζίνα στα τούρκικα - limuzin, Limousine, Sedan, limuzinle
- λινάρι στα τούρκικα - keten, flax, keten tohumu
- λινό στα τούρκικα - keten, örtüsü, çarşaf, çarşaflar, çarşafları
Τυχαίες λέξεις
Λιμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kıtlık, kılık, açlık, kıtlığın, famine, kıtlığı
Μεταφράσεις: kıtlık, kılık, açlık, kıtlığın, famine, kıtlığı