Λόγος στα δανικά
Μετάφραση: λόγος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anledning, årsag, bevæggrund, fornuft, grund, grunden, Derfor, grund til
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λόγος
λόγος 25η μαρτίου, λόγος αντίθεσης mega, λόγος ευθύνης, λόγος των κυκλάδων, λόγος της πέλλας, λόγος λεξικό γλώσσας δανικά, λόγος στα δανικά
Μεταφράσεις
- λωρίδα στα δανικά - bane, stræde, strimmel, strimler, bånd, striben, strimlen
- λόγιος στα δανικά - lærd, forsker, lærde, videnskabsmand
- λόγχη στα δανικά - spyd, lanse, lance, lansen, dyserør, lancetten
- λόμπι στα δανικά - sal, hall, foyer, lobby, lobbyen, vestibulen
Τυχαίες λέξεις
Λόγος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anledning, årsag, bevæggrund, fornuft, grund, grunden, Derfor, grund til
Μεταφράσεις: anledning, årsag, bevæggrund, fornuft, grund, grunden, Derfor, grund til