Μαζί στα δανικά

Μετάφραση: μαζί, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hos, tilsammen, med, sammen, samt, samlet, samarbejde
Μαζί στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαζί

μαζί για το παιδί, μαζί τα φάγαμε, μαζί στην εκκίνηση, μαζί θα τους φάμε, μαζί σου, μαζί λεξικό γλώσσας δανικά, μαζί στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μαγνητικός στα δανικά - magnetisk, magnetiske, magnetfelt
  • μαδώ στα δανικά - plukke, fældning, moult, fælder, fældeperioden
  • μαζεμένος στα δανικά - nuttede, dejlig, cuddly, kælen, spontan
  • μαζεύομαι στα δανικά - samle, forsamles, krybe, cringe, krumme tæer, krummer tæer
Τυχαίες λέξεις
Μαζί στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hos, tilsammen, med, sammen, samt, samlet, samarbejde