Μεγαλοψυχία στα δανικά
Μετάφραση: μεγαλοψυχία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
storsind, storsindethed, ædelhed, ædelmodighed
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλοψυχία
μεγαλοψυχία αριστοτέλης, μεγαλοψυχία κατά αριστοτέλη, μεγαλοψυχία αντιθετο, μεγαλοψυχία συνώνυμα, μεγαλοψυχία ορισμος, μεγαλοψυχία λεξικό γλώσσας δανικά, μεγαλοψυχία στα δανικά
Μεταφράσεις
- μεγαλοπρεπής στα δανικά - storslåede, storslået, fantastisk, fantastiske, pragtfulde
- μεγαλορρημοσύνη στα δανικά - megalorrimosyni
- μεγαλόψυχος στα δανικά - storsindet, storsindede, høimodig, ædelmodig, højmodig
- μεγαλώνω στα δανικά - vokse, ske, blive, vokse op, vokser op, at vokse op, bliver stor
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλοψυχία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: storsind, storsindethed, ædelhed, ædelmodighed
Μεταφράσεις: storsind, storsindethed, ædelhed, ædelmodighed