Μουσκέτο στα δανικά

Μετάφραση: μουσκέτο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
musket, af Musket, gevær, musketten, musketter
Μουσκέτο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουσκέτο

μουσκέτο λεξικό γλώσσας δανικά, μουσκέτο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μουσική στα δανικά - musik, musikken, music
  • μουσικός στα δανικά - instrumentalist, musiker, musical, musikalsk, musikalske, musik, musicalen
  • μουσκεύω στα δανικά - RET, r, hand, retr
  • μουστάκι στα δανικά - overskæg, moustache, mustache, overskægget
Τυχαίες λέξεις
Μουσκέτο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: musket, af Musket, gevær, musketten, musketter