Μουσκέτο στα ολλανδικά

Μετάφραση: μουσκέτο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
musket, geweer, musket leek, musketkogel, musketten
Μουσκέτο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουσκέτο

μουσκέτο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μουσκέτο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μουσική στα ολλανδικά - muziek, de muziek, muzikale, Bladmuziek, muziek laten
  • μουσικός στα ολλανδικά - musicus, toonkunstenaar, muzikant, speelman, musical, muzikaal, muzikale, ...
  • μουσκεύω στα ολλανδικά - verzadigen, doortrekken, weken, roten, RET, bd, de RET, ...
  • μουστάκι στα ολλανδικά - snor, knevel, mustache, moustache, snorretje
Τυχαίες λέξεις
Μουσκέτο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: musket, geweer, musket leek, musketkogel, musketten