Μπανιέρα στα δανικά

Μετάφραση: μπανιέρα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
badekar, badekarret
Μπανιέρα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπανιέρα

μπανιέρα διαστάσεις, μπανιέρα πυραμίς, μπανιέρα ονειροκριτης, μπανιέρα ακρυλική ή μαντεμένια, μπανιέρα μωρού, μπανιέρα λεξικό γλώσσας δανικά, μπανιέρα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μπαμπάς στα δανικά - far, papa, dad, fars
  • μπανάνα στα δανικά - banan, bananer, banana, for bananer, af bananer
  • μπαούλο στα δανικά - krop, bul, kuffert, legeme, stamme, torso, bryst, ...
  • μπαρ στα δανικά - hindre, bar, baren, overliggeren, Barer, linjen
Τυχαίες λέξεις
Μπανιέρα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: badekar, badekarret