Μπουσουλάω στα δανικά

Μετάφραση: μπουσουλάω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krybe, crawl, gennemgang, kravle, gennemsøgning, webcrawler
Μπουσουλάω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπουσουλάω

ονειροκρίτης μπουσουλάω, μπουσουλάω αγγλικα, μπουσουλάω λεξικό γλώσσας δανικά, μπουσουλάω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μπουμπούκι στα δανικά - Bud, opløbet, knop, af Bud, fødslen
  • μπουντρούμι στα δανικά - Dungeon, fangehul lidt rarere, Fangehul, fangehullet
  • μπουφές στα δανικά - buffet, serveres, morgenbuffet, retter
  • μποϋκοτάρω στα δανικά - boykot, boykotten, boykotte
Τυχαίες λέξεις
Μπουσουλάω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krybe, crawl, gennemgang, kravle, gennemsøgning, webcrawler